Οι άντρες (δεν) υπάρχουν πια; Η αργκώ του Χατζημανώλη

Δυο άντρες, φιλαράκια από παλιά, καρντάσια, μάγκες,αντράκια ακατέργαστα  της πιάτσας, τα λένε φιλικά. ‘Ομως, το λακριντί  με το σύρε-κι έλα, το πέρα-δώθε προσαρμόζεται στο πνεύμα των ημερών και…

Εναλλάξ!

(Μήτσος-Τάσος, φίλοι, κάθονται στο παγκάκι. Ο Τάσος σύρεται προς τον Μήτσο, ο Μήτσος αποτραβιέται, ο άλλος κολλά πιο κοντά…)

Μήτσος—Στο κολλητό το πας φιλάρα, πώς κι αυτό;

Τάσος—Περί το άνετον τής κουβέντας.

Μήτσος—Ναι, αλλά επικίνδυνον. Δεν έχεις σακουλευθεί τα περί ομοφύλων, ετσέτερα…ετσέτερα;

Τάσος—Μάϊ φρεν το σακουλεύθηκα ενδοπρεπώς και κλείνω προς το αποδεκτόν και ευπρεπώς να ουμ!

Μήτσος—Τουτέστιν τα ομοφυλοκάναλα… «λέγε-λέγε το κοπέλι» σού την έκαναν την ενδοφλέβια;…

Τάσος—Μετάγγιση πλήρως φίλε, καθότι το θέμα «πανευρωπαϊκόν-πανομοφυλικόν-πανπολιτισμικόν και περί ισότητος πάνδεκτον»!

Μήτσος— Λιανοποίησέ… το να το πιάσω.

Τάσος— Πρόκειται περί θεωρήματος Λογικής: (Άρρεν συν άρρεν αντεστραμμένον…) ίσον Ζεύγος! (Θήλυ συν θήλυ εναλλασσόμενον…) ίσον Ζεύγος! (Άρρεν συν θήλυ οριζοντιωμένον…) ίσον Ζεύγος. Η λέξη ζεύγος ως έννοια, νοείται πάντα ζεύγος ήτοι το διπλούν, άρα τρία σύνολα ως ζεύγη ίσα μεταξύ τους, τουτέστιν Ισότης! Αντιληπτόν; Εισήλθες;

Μήτσος—Εισήλθα, αλλά πώς θα εξέλθω…

Τάσος—Απλώς, το πάμε πακέτο ντούμπλεξ! Με τζινάβεις;… Το Βουλευτήριόν μας το σακουλεύτηκε καλώς και το πάνε για ψήφο, καθότι εκεί μέσα «μπιχλιμπιδιάζουν το ζευγαρωτό κάπως»! Το θέμα όμως είναι και εθνικόν και οικονομικόν λόγω ακρίβειας, προς όφελος τής πατρίδος ημών!

Μήτσος— Για προχώρα το…

Τάσος—Μονάζεις στο δυάρι σου, νοίκι, ρεύμα, μάσα, ρούφα και λοιπά…ας πούμε το πεντακοσάρι. Μονάζω κι εγώ ομοίως, ντούκου το πεντακοσάρι. Σαφώς;

Μήτσος— Στο περίπου. Τσούλα το να δω.

Τάσος— Έρχεσαι, έρχομαι στην ίδια στέγη, τα ίδια περί ενοικίου, μάσας, ρούφας και λοιπά, και το πεντακοσάρι εξ ημισείας, όφελος ή ζημία δικέ μου; Σαφώς και όφελος ημών, και τής ενδόξου πατρίδος.

Μήτσος— Και δε μου λες, περί ωνίων και περί κουζίνας το νταλαβέρι, κατσαρολικά, λάντζας και τα τοιαύτα, ποίος;

Τάσος— Εναλλάξ δικέ μου.

Μήτσος— Και περί πλυντηρίου και σκούπας και λοιπών, ποίος;

Τάσος— Σαφώς και εναλλάξ τα βάρη βαστάζοντες ώσπερ ανδρόγυνον!

Μήτσος— Δεν το’ πιασα καλώς!

Τάσος— Ανδρόγυνον δικέ μου!

Μήτσος— Ρε, μήπως τον «πνίγεις τον κόνικλον»;

Τάσος—Τώρα μού το χαλάς! Πες ότι τον «πνίγω», στο ρατσιστικό θα το ρίξουμε; Περί «ιδιαιτερότητος» πρόκειται, απλόν και σύνηθες! Και το κρεβάτι ακόμη εξ ημισείας, όφελος περί τα σεντόνια, κουβερτικά και λοιπά και λοιπά…

Μήτσος— Και λοιπά και λοιπά;…Πάμε και για βέρες;

Τάσος—Ντάξει ρε Μήτσο, ασημένιες το πολύ! Η ουσία είναι το οικονομικόν ημών όφελος! Σκέψου και την Ελλάδα μας!

Μήτσος— Έστω, πλην όμως εγώ κρεβατώνομαι στο δεξί πλευρό, εσύ;

Τάσος—Ομοίως κι εγώ δεξί. Λοιπόν;

Μήτσος— Ναι, αλλά ποίος έμπροσθεν, ποιος όπισθεν;…

Τάσος— Εσύ κι εγώ, εγώ κι εσύ…εναλλάξ.

Μήτσος— Εγώ όμως θέλω μονίμως όπισθεν, σιγουράντζα.

Τάσος— Νο πρόμπλεμ δικέ μου, εγώ έμπροσθέν σου.

Μήτσος—Γυρίζω στο αριστερό μου για λίγο, αλλαγή.

Τάσος—Απλό, περνώ από πάνω σου και να ’μαι έμπροσθέν σου στο αριστερό κι εγώ. Γυρνώ εγώ στο δεξί; Περνάς από πάνω μου εσύ κι έρχεσαι όπισθέν μου στο δεξί. Ή εγώ από πάνω σου κι έρχομαι εμπροσθίως σου! Το πάμε εναλλάξ! Πάνω-κάτω, κάτω-πάνω, εσύ στάνταρ οπίσω μου. «Εναλλάξ και επί τ’ αυτά»!

Μήτσος—Δηλαδή από πάνω… θα περνούμε; Τις καβάλες… δεν τις γλιτώνουμε να ουμ! Οι γυναίκες πώς τα καταφέρνουν άραγες;

Τάσος—Άστες αυτές, απανουτούρλα, αχταρμάς! Εμείς θα τεκνοθετήσουμε κι έν τέκνον να μάς δει και στα γεράματα!

Μήτσος—Βλέπω το προχωρείς! Και ποιον θα λέει μπαμπά, ποιον μαμά; Μη μού πεις εναλλάξ…

Τάσος—Εμένα ρε Μήτσο, εκεί θα μαγκώσουμε;

Μήτσος—Ρε Τάσο ξήγα μου καλά, είσαι… «ιδιαίτερος»;

Τάσος—Τι ιδιαίτερος, απλώς…για την Ελλάδα μας «ρε γαμώτο», το γόητρό της, τ’ανθρώπινα δικαιώματα, τα παιδάκια τα καημένα, είναι κι αυτή η ακρίβεια!

Μήτσος—Κι άμα το πάνε όλοι στο «ομόφυλον», πες ότι εξαπλούται…ως πανδημία, εκεί πάει το πράμα, και από

τέκνα γιοκ, στανιάρουν… και οι «παρένθετες» ένεκεν αρσενικής… αποχής να ουμ, σε καμπόσα χρονάκια η Λέσβος, και η Ελλάς, δεν θ’ ακουμπήσουν ισόγειο πληθυσμιακώς;

Τάσος— «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει» Μητσάρα, το λέει και το άσμα. Υπάρχει και ρεζερβουάρ…η «Βάστρια»! Μπήκες;

Μήτσος—Ε άντε, αφού δεν πεθαίνει ποτέ η Ελλάδα, είναι και η Βάστρια, έχουμε και την ακρίβεια, να πάω να φέρω τα πράματά μου! Αλλά εγώ «οπισθίως στάνταρ», ξηγημένα;

Τάσος—Ντάξει δικέ μου, αναμένω. Έλα συ και βλέπουμε για μετά…

Μήτσος—Και που’ σαι, μούγκα… στον Παρασκευαΐδη!

Τάσος— Έγινεε! (φεύγουν)

Διαβάστε επίσης

Νερό: Ψήφισμα Τοπικού Συμβουλίου Πολιχνίτου

Λεσβιακά έθιμα – Μέρος 2ο- Λαμπρουβδουμάδα-Δίστιχα κούνιας

Σελίδα φωτογραφίας-Μέρος 4ο

Λεσβιακό Πάσχα-1ο Μέρος

Μετάβαση στο περιεχόμενο