Σε αναμονή μουσεία Θεοφίλου και Τεριάντ- videos των Μουσείων

Ιγνάτης Ψάνης
Διαβάζοντας το άρθρο της ‘Καθημερινής” για τα δύο εμβληματικά Μουσεία της Μυτιλήνης, του Θεόφιλου και του Τεριάντ, από τα οποία αναδύεται μια προκλητική αδιαφορία του Δήμου, ο οποίος τα αντιμετωπίζει ως βαρίδια οικονομικά και όχι ως μοχλούς οικονομικής ανάπτυξης και πολιτιστικής προβολής του νησιού, ως στοιχείο αειφόρου ανάπτυξης και προόδου, καταλήξαμε σε κάποιο λογικό συμπέρασμα. Φαίνεται πως οι αυτοδιοικητικοί μας άρχοντες στην προσπάθειά τους να εντυπωσιάσουν και να κάνουν ηχηρή και έντονα οπτική τη δραστηριότητά τους από τη μία και όντας σε ίδιοι τεχνοκράτες από την άλλη, εγκλωβίζονται περισσότερο σε μία – οικονομίστικη αντίληψη των πραγμάτων, άκρως περιοριστική του ευρύτερου χώρου τον οποίο  καλούνται να εκφράσουν και να αντιπροσωπεύσουν. Δε γίνεται, όμως να μην περιστοιχίζονται και από ανθρώπους του πολιτισμού, της τέχνης και των γραμμάτων, που να νοιώθουν την ανάγκη της διάσωσης, διατήρησης και διαιώνισης του ντόπιου μοναδικού πολιτισμού  και μάλιστα από μέρη στα οποία τέτοιος πληθυσμός είναι επαρκής και πρόθυμος να προσφέρει.
 Με βάση τα παραπάνω τα κάθε λογής Μουσεία σε ολόκληρο σχεδόν το νησί αντιμετωπίζονται ως θέματα παρακατιανά, αντικείμενα δράσης που δεν προσδίδουν κύρος, πρόσθετο όφελος στους αυτοδιοικητικούς, γιατί προφανώς και οι ντόπιοι δεν τα επισκέπτονται και δεν τα εκτιμούν, όσο πρέπει. Συνήθως, ο πολιτισμός εξαντλείται με αφορμή κάποια μεγάλα συγκυριακά γεγονότα σε κάποιες μαζικές, λαϊκές, πανηγυρικές συνάξεις, που προβάλλονται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και ασφαλώς εντυπωσιάζουν.
Και αυτό δεν είναι καθόλου μεπτό. ‘Ισα-ίσα το ενδιαφέρον του κόσμου αναθερμαίνεται για κάποια θρησκευτικά, κοινωνικά, εθνικά γεγονότα, είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία η κοινότητα να συγκεντρωθεί, να συνομιλήσει, να συνυπάρξει, να κοινωνηθεί. Μόνο που αυτά γίνονται “επ’ ευκαρία”, είναι κάποια επέτειος, γιορτή και μετά απομένουν στη μνήμη μας.  Οι μοναδικοί χώροι που μπορούν να διατηρούν συνεχή, ακμαίο και ζωντανό τον πολιτισμό, κυρίως σε μέρη όπως τα δικά μας είναι τα Μουσεία. Από μόνα τους είναι πόλοι έλξης για την νέα γενιά, τους μαθητές, τους φοιτητές, τους επισκέπτες, τους περαστικούς, τους φιλότεχνους.
 Τα γράφουμε αυτά, για να εκφράσουμε και τον προσωπικό μας πόνο για το δύο εγκαταλελειμμένα Μουσεία στον Πολιχνίτο, το Λαογραφικό και των Πετρωμάτων. Πότε άραγε θα τα δούμε τακτοποιημένα, οργανωμένα και λειτουργικά. Ίσως είμαστε από τα λιγοστά μεγαλοχώρια του νησιού, που δεν αξιωθήκαμε να προβάλουμε ένα μέρος του πολιτισμού μας
Ακολουθεί το σχόλιο του συντάκτη της “Καθημερινής” για τα Μουσεία της Μυτιλήνης.

Μέσα στο 2023 επισκέφθηκα τρία μικρά μουσειακά διαμάντια στη Μυτιλήνη: το Μουσείο Θεόφιλου που εποπτεύεται από τον δήμο, το Μουσείο Τεριάντ που ανήκει στο ΥΠΠΟ και το Ελαιουργείο Βρανά, ένα λαμπρό σπάραγμα της βιομηχανικής ιστορίας μας το οποίο αναστήθηκε και συντηρείται χάρη στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Τα δύο πρώτα είναι «συγκοινωνούντα δοχεία», βρίσκονται δηλαδή στο ίδιο σημείο με κοινό περιβάλλοντα χώρο, ο οποίος έχει καταπληκτικές υπεραιωνόβιες ελιές. Είναι φανερό πως ενώ το περιβάλλον αυτό είναι μοναδικό, έχει αφεθεί στην τύχη του, χωρίς φροντίδα ή ανάδειξη. Είναι πολύ κρίμα διότι αυτός ο φυσικός κήπος είναι μια «εισαγωγή» στην ομορφιά του νησιού, αυτήν που ύμνησε ο μέγας Θεόφιλος. Το δε Μουσείο Τεριάντ, που ευτυχώς απέκτησε νέο κέλυφος, έχει ελάχιστο προσωπικό. Το πιο στενάχωρο δεν ήταν πως δεν λειτουργούσε ο κλιματισμός στον άνω όροφο, αλλά ότι στο πωλητήριο υπήρχε μόνον ένας μαυρόασπρος κατάλογος του μουσείου.

Είναι τουλάχιστον ντροπή. Διότι ο Μυτιληνιός Στρατής Ελευθεριάδης (Τεριάντ), φίλος όλων των σπουδαίων ζωγράφων και γλυπτών του 20ού αιώνα, από τον Πικάσο μέχρι τον Ματίς, ήταν ο θρύλος των καλλιτεχνικών εκδόσεων και παραμένει μια σπουδαία ευρωπαϊκή μορφή, ικανή από μόνη της να φέρει στη Μυτιλήνη την αφρόκρεμα των διεθνών φιλότεχνων. Θα πει κανείς ότι αυτή η μιζέρια είναι ευθύνη του ΥΠΠΟ και όχι του δήμου. Σωστά. Ομως είναι κρίμα που ακόμη και σήμερα οι αιρετοί άρχοντες δεν έχουν καταλάβει ότι αν οι ίδιοι δεν πιέσουν το υπουργείο, οι επισκέπτες θα φεύγουν μόνον με τις αναμνήσεις τους από το μουσείο του, ενώ θα μπορούσαν να χρυσοπληρώνουν καταπληκτικές εκδόσεις. Δεν συνειδητοποιούν πως ένας αντίστοιχος δήμος στη Γαλλία θα είχε πείσει τους μαγαζάτορες να έχουν ακόμη και σουπλά με σελίδες των livre d’ artiste του Τεριάντ.

TAGS Βρανά  Θεόφιλος  Τεριάντ  μουσεία 

 

 

 

 

Διαβάστε επίσης

Νερό: Ψήφισμα Τοπικού Συμβουλίου Πολιχνίτου

Λεσβιακά έθιμα – Μέρος 2ο- Λαμπρουβδουμάδα-Δίστιχα κούνιας

Σελίδα φωτογραφίας-Μέρος 4ο

Λεσβιακό Πάσχα-1ο Μέρος

Μετάβαση στο περιεχόμενο