Ένα εξαιρετικό “αλλιώτικο” ποίημα του Φιλολόγου Γιάννη Μανούκα

Ιγνάτης Ψάνης

Προηγείται ένα εισαγωγικό-κατατοπιστικό σημείωμα για την πληρέστερη και ευκολότερη κατανόηση του ποιητικού λόγου

Υπάρχουν άνθρωποι, που δεν είναι αρτιμελείς, άνθρωποι, που με την πάροδο των πολλών ετών έχουν  απολέσει ικανότητες, δυνατότητες ή δραστηριότητες, το υπόλειμμά τους όμως  όσο και αν φαίνεται περιθωριακό ή παρακατιανό δεν παύει να έχει τη δυναμική και την αξία του στο στενότερο μα και στον ευρύτερο κύκλο στον οποίο κινούνται αυτοί οι άνθρωποι. Δεν παύουν  να ζουν έντονα και δυναμικά με το λίγο  που τους έχει απομείνει και που είναι κομμάτι της ζώσας πραγματικότητας. Οπότε οι άνθρωποι αυτοί δίκαια διεκδικούν το μερίδιό τους στο σεβασμό και την αξιοπρέπεια.

Ό,τι συμβαίνει, λοιπόν, με τους ανθρώπους συμβαίνει και με κάποια ρήματα της αρχαίας ελληνικής που για πολλούς και διάφορους λόγους στην γλωσσική διαδρομή χιλιάδων ετών έχουν απολέσει .κάποιους αρχικούς χρόνους, κάποιους εγκλητικούς ή απαρεμφατικούς  τύπους ή δεν ξεκίνησαν καν ως ολοκληρωμένα ρήματα σαν αυτά που γεμίζουν τους γραμματικούς πίνακες με την ποικιλία και την  πολλαπλότητά  τους και μας εντυπωσιάζουν με το γλωσσικό βάθος και πλάτος τους. Έχουν μείνει με τον υποτιμητικό χαρακτηρισμό ελλειπτικά ρήματα, κάτι σαν τους “ελλειπτικούς” ανθρώπους. 

Η ευαισθησία, λοιπόν, ενός φιλολόγου, του Γιάννη του Μανούκα, που είχε μελετήσει χρόνια τώρα την αρχαία γραμματική, ανέσυρε με ένα χαρισματικό ποιητικό λόγο κάποια τέτοια ρήματα, όπως  το “κείμαι” και το ¨δέδοικα ή δέδια”, τα  έβγαλε κατά κάποιο τρόπο από την γλωσσική αφάνεια, δίνοντάς τα διαστάσεις τέτοιες που πραγματικά τα αποκαθιστούν στη γλωσσική μας συνείδηση αφού συμβάλλουν και στην κοινωνική κατανόηση και επάρκεια.

Η ροή του ποιήματος, το δέσιμό του και ο λόγος είναι τόσο δυναμικός, δωρικός θα λέγαμε, που αφενός  βοηθά ακόμα και τον κάπως υποψιασμένο με τα αρχαία ελληνικά να κατανοήσει τον ρόλο και τη σημασία ρηματικών παρελθοντικών μορφών και αφετέρου να βάλει απαιτητικά στο γλωσσικό και κοινωνικό προσκήνιο τα ρήματα που βρίσκονται παραπεταμένα στο τέλος των παραγράφων!

Εντυπωσιάζει πώς έδεσε τη βαθιά γνώση της αρχαίας γλώσσας με αρχαιοπρεπείς λέξεις και με τον ποιητικό λόγο μέσα από τον οποίο αναδύεται αυθόρμητα και αβίαστα ένας γεμάτος κόσμος εναλλασσόμενων  συναισθημάτων.

Έτσι η ψυχρή, άχρωμη και συχνά άχαρη απομνημόνευση των ελλειπτικών ρημάτων μετουσιώνεται σε μια ευαίσθητη κοινωνικότητα, που οι προεκτάσεις τους, τα παράγωγά τους δηλαδή, αποκτούν ενδιαφέρουν και τελικά διασώζουν την “τιμή” της αρχικής τους μήτρας.    

 ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ

ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑ, ΕΛΛΕΙΠΤΙΚΑ

 Ή ΔΙΑΣΤΡΟΦΕΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΕΣ

Ρήματα ελλειπτικά

στο τέλος των Γραμματικών παραγράφων

στοιχίζονται σε τετραγωνίδια κενά

με την αξιοπρέπεια του ανάπηρου

που γύρισε από τη μάχη της φθοράς

στα έμπεδα του χρόνου.

Ρήματα ελλειπτικά

στους χέρσους λειμώνες

των Υποτακτικών και Ευκτικών

σα μάρμαρα μισοθαμμένα

που εξέχουν ανάμεσα απ’ τα χόρτα.

Ρήματα χωρίς Ενεστώτες ή Παρατατικούς,

με Αορίστους ακρωτηριασμένους.

Μετοχές, κεφάλια Μέδουσας με το ένα μάτι.

Απαρέμφατα σα σούρσιμο φιδιών

την Άνοιξη στα έρημα τα αλώνια.

Ρήματα με λείψανα Υποτακτικών,

Επιθυμίας απόηχοι στο χρόνο,

Ευκτικές ονείρων ανεκπλήρωτων,

Προστακτικές στυγνές

σαν το μαστίγιο στην πλάτη του Υποταγμένου…

Λόγου χάρη, «κείμαι»,

ρήμα ελλειπτικό,

ακρωτηριασμένο, χωρίς υπόληψη

στα μενού των φιλολόγων

(Μάλλον στις στάχτες του Νείλου τα

υπόλοιπά του μέλη).

Κείμαι-κείσαι-κείται

Ενεστώς με σημασία παρακειμένου

(έχει σημασία αυτό;)

Κείμεθα, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι

στις Θερμοπύλες, Αλαμάνα,

στο Κόσοβο, Σρεμπρένιτσα.

(Αυτά ίσως έχουν κάποια σημασία).

Κείμαι

και υπόκειμαι σε περιορισμούς

διάκειμαι, διάκεισαι, διάκειται

εχθρικώς, φιλικώς ή άλλως πως…

Ποσώς μ’ ενδιαφέρει πλέον με ποιον είσαι.

Τη δύναμη την έχουν…

Πρόκειμαι

και προκείμενοι νεκροί,

δραπέτες που μας άφησαν

το κλειδί της θλίψης.

Δεν πρόκειται πάντως να κλάψω για πολύ.

Τα συναισθήματά μου

υλικά οικοδομών στη μάντρα της φθοράς μου.

Κείμαι.

Κείμενα με λίγη αγάπη η ζωή μας

Υποκείμενα πάθους,

αντικείμενα πόθων σύστοιχα,

με επίθετα εκμετάλλευσης.

Γενικές υποκειμενικές-αντικειμενικές.

Του υποκειμένου

με το μαχαίρι στον κόρφο του μίσους,

του αντικειμένου

με την πληγή στα μάρμαρα του στήθους.

Μας διαφεύγει πάντως πως οσονούπω

κεισόμεθα επί των υδάτων φερόμενοι της κοίτης

του Πεπρωμένου Αχέροντος. ή

Δέδοικα και δέδια

σε διπλή συσκευασία

Παρακείμενος αναμφίβολα

με σημασία Ενεστώτα όμως.

Γιατί ο φόβος Ενεστώς

προβάλλει ημίγυμνος

μεσ’ απ’ τις λόχμες της ύπαρξης μας

κρύβοντας τ’ αχαμνά του,

Παρακείμενος εσαεί

της πρόσκαιρης χαράς μας

Δέδια, δέδιας, δέδιε,

με Μέλλοντα δείσω

κι Αόριστο έδεισα-

ο φόβος κοινός το μέλλον αόριστον.

Παρόν το δείμα του θανάτου

που καταφτάνει πατώντας στις φτέρνες του.

Περιδεείς το ξορκίζουμε

με το παλιό θυμιατό της δεισιδαιμονίας

ανενδοίαστα χτυπώντας

την πόρτα του Παραδείσου

(ΜΝΗΣΙΠΗΜΟΝΑ 2012)

                                                 ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΝΟΥΚΑΣ

Διαβάστε επίσης

Σε τζαμί και η Μονή της Χώρας στην Πόλη!!

Μέρος 4ο: Το σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων στα ΑΕΙ

ΠΑΣΧΑΛΙΝΕΣ ΕΥΧΕΣ

Σελίδα λογοτεχνίας-Μέρος 4ο-Το Θείο Δράμα με τα μάτια της ποίησης της Μαρίας Βρανά- Παπάλα και του Κώστα Βάρναλη [videos]

Μετάβαση στο περιεχόμενο