H μάστιγα της τοκογλυφίας στον Πολιχνίτο του μεσοπολέμου

Από το βιβλίο των Κυριάκου Κουκούλα και Σεβαστού Μοιρασγεντή “Όψεις από την οικονομική και πολιτική ζωή του Πολιχνίτου”, σελ.67-76

Τα σκίτσα είναι του Μίλτη Παρασκευαϊδη

Το πλαίσιο ανάπτυξης της τοκογλυφίας

Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα, η ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής στη Λέσβο και κυρίως η καλλιέργεια της ελιάς, συνδυάζεται με τη βιομηχανική επεξεργασία και την εμπορική εκμετάλλευση των παραγόμενων προϊόντων (λάδι, πυρηνέλαιο, σαπούνι, πυρηνόξυλο). Οι μεγαλοκτηματίες σταδιακά επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους, αποκτώντας την ιδιότητα του μεγαλοπαραγωγού – βιομήχανου – εμπόρου – τραπεζίτη.[1] Αλλά και για τα πιο φτωχά στρώματα, η ελαιοπαραγωγή είναι επιβοηθητική της οικονομίας του αγροτικού νοικοκυριού, καθώς στην καλλιέργεια της ελιάς συμμετέχουν συγκεκριμένες μόνο χρονικές περιόδους του έτους όλα τα μέλη του νοικοκυριού, ενώ τους υπόλοιπους μήνες οι άνθρωποι επιδίδονται στο επάγγελμά τους.[2] Εξάλλου, την περίοδο αυτή, πολλοί Λέσβιοι με βασικό εφόδιο την εργατική τους δύναμη μεταβαίνουν κατά τους θερινούς κυρίου μήνες στην Μικρά Ασία όπου εξασφαλίζουν εργασία με πολύ ικανοποιητικά εισοδήματα.

Το τέλος της δεκαετίας των πολέμων (1912-1922), με τη Μικρασιατική καταστροφή, έρχεται να ανατρέψει δραματικά την παραπάνω κατάσταση. Η Λέσβος χάνει την οικονομική της ενδοχώρα, στην οποία διοχετεύονταν σημαντικό μέρος των παραγόμενων προϊόντων, και έβρισκε πολύ καλά αμειβόμενη εργασία ένα σημαντικό μέρος του εργατικού της δυναμικού. Ταυτόχρονα, αυξάνει η διαθεσιμότητα των εργατικών χεριών στο νησί, με την επιστροφή των ντόπιων που συμμετείχαν στη Μικρασιατική εκστρατεία αλλά και των προσφύγων που αναζητούν μια νέα πατρίδα.

Οι ανάγκες της επιβίωσης είναι επιτακτικές και η στροφή προς τη γεωργία αποτελεί περίπου μονόδρομο. Όμως, πλέον ο κλάδος χαρακτηρίζεται από υπερπροσφορά εργατικού δυναμικού, μικρό κλήρο (με την εξαίρεση των μεγαλοκαλλιεργητών), και περιορισμένες δυνατότητες για διάθεση των παραγόμενων προϊόντων. Η μεγάλη μάζα των φτωχών χωρικών θα πρέπει να αγωνισθεί σκληρά για να εξασφαλιστεί η επιβίωση της οικογένειας.

Καθώς ο εκχρηματισμός της οικονομίας είναι ακόμη χαμηλός, το τραπεζικό σύστημα ανώριμο και φειδωλό στην παροχή κεφαλαίων, και οι απλοί χωρικοί δεν έχουν εμπεδώσει την αξία της αποταμίευσης,[3] η πρώτη αξιόλογη έλλειψη χρημάτων (που συμβαίνει συνήθως για λόγους ανωτέρας βίας όπως η καταστροφή της παραγωγής λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, κάποια ασθένεια, κλπ.), οδηγεί στο γραφείο του μεγαλοκτηματία – εργοστασιάρχη – εμπόρου – χρηματοδότη, όπου κάποιος μπορεί να δανειστεί από το «αφεντικό».

Πλέον ο φτωχός αγρότης έχει μπει σε έναν δραματικό φαύλο κύκλο:

[1] Ακόμη και σε καλές περιόδους όπου εξασφαλίζουν ικανοποιητικό εισόδημα, σπάνια διατηρούν ρευστότητα, αλλά φροντίζουν να αγοράσουν γη ή κάποιο ακίνητο, τα οποία θα διαθέσουν αργότερα για την προίκα των παιδιών τους.

  • Δανείζεται με πολύ υψηλό επιτόκιο ποσά που θα πρέπει να επιστρέψει στο πολλαπλάσιο συνήθως εντός λίγων εβδομάδων ή μηνών υπογράφοντας γραμμάτια.
  • Υποχρεώνεται να εκθλίβει τις ελιές του στο εργοστάσιο του δανειστή πληρώνοντας υψηλά αλεστικά.
  • Δεσμεύεται να πωλήσει σε αυτόν το προϊόν της παραγωγής του σε προσυμφωνημένες (και συνήθως χαμηλές) τιμές.
  • Διαθέτει την εργατική του δύναμη καθώς και μελών της οικογενείας του στην επιχείρηση του δανειστή.
  • Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου ο μηχανισμός αυτός οδήγησε στη δημιουργία πολύ μεγάλων κτηματικών περιουσιών από λίγους, και στη φτωχοποίηση μεγάλης μερίδας του αγροτικού κόσμου.
  • Ο καταδικασθείς εις φυλάκισιν 6 μηνών και εις πρόστιμον 10.000 δρχ. Κ. Γ.

Το δράμα των φτωχών χωρικών του Πολιχνίτου

H τοκογλυφία έλαβε εκρηκτικές διαστάσεις στον Πολιχνίτο προς τα τέλη της δεκαετίας του 1920. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι όταν πια τον Οκτώβριο του 1930 η Κυβέρνηση αναλαμβάνει κάποιες πρωτοβουλίες για την πάταξή της, η αναγκαιότητα των προτεινόμενων παρεμβάσεων τεκμηριώνεται σε ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου του Πρωθυπουργού με κάποια παραδείγματα εξωφρενικής κερδοσκοπίας, στα οποία περιλαμβάνεται η περίπτωση του Πολιχνίτου. Αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση:[4]

«…Εις γνώσιν της Κυβερνήσεως περιήλθον σοβαραί περιπτώσεις τοκογλυφίας. Καταγγελία αρχών και του τύπου, υπομνήματα και διαμαρτυρίαι γεωργικών οργανώσεων και συλλόγων, ανέφερον ότι εις πλείστας, ιδίως αγροτικάς περιφερείας, το κακόν επεξετάθη επικινδύνως, οι δε τοκογλύφοι οργιάζουν κυριολεκτικώς εις βάρος των πτωχών αγροτών και βιοπαλαιστών, των οποίων αποστραγγίζουν την τιμίαν εργασίαν. Αι καταγγελθείσαι περιπτώσεις είναι αληθώς ανατριχιαστικαί. Εις τα Τρίκαλα ανεφέρθη ότι εγένετο δανεισμός με 800%, εις Πολυχνίτον της Μυτιλήνης με 300%, εις Ξάνθην με 400%….» .

Μέσα στο γενικότερο πλαίσιο που αναλύθηκε προηγούμενα, οι ιδιαίτερες συνθήκες στον Πολιχνίτο την περίοδο αυτή που οδήγησαν στην έκρηξη των αγροτικών χρεών, στην αδυναμία αποπληρωμής τους και τελικά στη μάστιγα της τοκογλυφίας έχουν να κάνουν με μια σειρά παραγόντων. Όπως αναλύεται σε συνεχή και εκτενή δημοσιεύματα των εφημερίδων της εποχής, παράγοντες που συντέλεσαν στις εξελίξεις αυτές ήταν οι ακόλουθες:

Οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες των δύο προηγούμενων χρόνων που έπληξαν ορισμένες καλλιέργειες, και ιδιαίτερα τα σπαρτά και τα μποστάνια. [5]

Η πτώση των τιμών στα καπνά λόγω της διεθνούς συγκυρίας και η αποχώρηση από τη Μυτιλήνη μερίδας των καπνεμπόρων. Περισσότερο επλήγησαν τα άριστης ποιότητας καπνά όπως αυτά του Πολιχνίτου που από 48 δρχ. την οκά το 1927 πωλήθηκαν το 1929 προς 35 δρχ. την οκά και 29 δρχ. το 1931.[6],[7] Οι δραστηριοποιούμενοι καπνέμποροι ενδιαφέρονται να αγοράσουν πλέον κυρίως από μεγάλους παραγωγούς, και έτσι οι μικροκαλλιεργητές δέχονται πρόσθετη πίεση και πωλούν τα καπνά τους ακόμη φθηνότερα.[8]

Η προαγορά του λαδιού από τους δανειστές σε πολύ χαμηλές τιμές ήδη από την εποχή του δανεισμού. Έτσι, όταν πλέον την περίοδο της παραγωγής η Πολιτεία παρεμβαίνει με μέτρα στήριξης της τιμής του, οι πραγματικά ωφελούμενοι είναι οι δανειστές και όχι οι μικροπαραγωγοί.[9]

  • Η έλλειψη ρευστότητας και κεφαλαίων λόγω της σχετικά μικρής βιομηχανικής βάσης αλλά και της άρνησης της Αγροτικής Τράπεζας να συνεχίσει το δανεισμό στους υπερχρεωμένους αγρότες.[10] Έτσι, οι καλλιεργητές προκειμένου να καλλιεργήσουν τα χωράφια τους καταφεύγουν στους ιδιώτες δανειστές.
  • Ο περιορισμός άλλων πηγών εσόδων των φτωχών τμημάτων του πληθυσμού λόγω καθυστερήσεων στην κατασκευή των προσφυγικών κατοικιών, αναστολής των εργασιών στις αλυκές και διακοπής των εργασιών επισκευής των κοινοτικών δρόμων.[11]

Τα πράγματα για τους φτωχούς αγρότες του Πολιχνίτου αρχίζουν να δυσκολεύουν ήδη από τις αρχές του 1929. Πιο συγκεκριμένα, στις αρχές Μαρτίου, η εφημερίδα Ελεύθερος Λόγος αναδημοσιεύει ανταπόκριση της εφημερίδας Έθνος της Αθήνας που ανέφερε ότι

«εις το χωρίον Πολυχνίτος της Μυτιλήνης συνεκροτήθη συλλαλητήριον των κατοίκων οι οποίοι διαμαρτύρονται, διότι, παρά την καταστροφήν των προϊόντων των από την ξηρασίαν επεβλήθη φόρος επί τη βάσει παραγωγής τριπλασίας της πραγματικής». [12]

Τον Ιούλιο, σε εκτενή ανταπόκριση της ίδιας εφημερίδας περιγράφεται η δραματική κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στον Πολιχνίτο. [13] Ως παράδειγμα αναφέρεται η περίπτωση ενός φτωχού Πολιχνιάτη, ο οποίος προκειμένου να ανταπεξέλθει σε έκτακτη ανάγκη (ασθένεια της γυναίκας του) δανείστηκε από ιδιώτη 2.500 δραχμές, για τις οποίες έπρεπε να επιστρέψει σε 2 μήνες 4.000 δραχμές. Επιπλέον, υποχρεώθηκε να αλέσει τις ελιές του στη μηχανή του δανειστή πληρώνοντας 200 δραχμές το μόδι, ενώ οι κανονικές τιμές των αλεστικών ήταν 120 δραχμές για την αντίστοιχη ποσότητα. Και λίγες μέρες αργότερα πάλι από τον Ελεύθερο Λόγο:[14]

«Έχουμε δηλαδή στον Πολυχνίτο κατασχέσεις κτημάτων πολιτών για φόρους …150 δραχμών ακόμη.[15] Κατασχέσεις κτημάτων που θα πωληθούν αύριο από το Κράτος στο σφυρί, γιατί ο ιδιοκτήτης των γεωργός βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία να πληρώση τους φόρους του όσο μικροί και αν είνε αυτοί.»

Ο συνήγορος Πολιτικής Αγωγής κ. Ν. Παρίτσης

 

Η οικονομική πίεση που ασκείται προς τους φτωχούς χωρικούς από το κράτος, τις τράπεζες και τους τοκογλύφους, συνοδεύεται όπως ήταν αναμενόμενο και από κρατική καταστολή. Ήδη το Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 1929 αρκετές είναι οι αναφορές της εφημερίδας Ελεύθερος Λόγος για τη βίαιη δράση της χωροφυλακής Πολιχνίτου χωρίς να κάνει σαφή αναφορά στους λόγους που πυροδοτούν τη συμπεριφορά αυτή.[16] Πιο σαφείς είναι οι καταγγελίες της ίδιας εφημερίδας στην ανταπόκρισή της από τον Πολιχνίτο τον Ιούλιο του 1930 για βιαιοπραγία αστυνομικού οργάνου σε βάρος πολίτη που ζήτησε ολιγόωρη προθεσμία για την εξόφληση των χρεών του.[17] Στο ίδιο φύλλο αναφέρεται ότι πολίτης επιτέθηκε στον τοπικό επωνοματάρχη εντός καταστήματος που βρίσκονταν για την εκτέλεση εντάλματος, ρίχνοντάς τον σε λάκκο με λάδια, καταστρέφοντας τα ρούχα του και 400 (!) εντάλματα προσωπικής κρατήσεως που είχε μαζί του. Ο «υπερβάλλων» ζήλος της χωροφυλακής καυτηριάζεται και από την αντιβενιζελική εφημερίδα Νέος Κήρυξ σε σχετικά δημοσιεύματά της.[18]

Και με αφορμή τα γεγονότα του Πολιχνίτου, τα πράγματα αποσαφηνίζονται ακόμη περισσότερο από τον Ελεύθερο Λόγο λίγες μέρες αργότερα:[19]

«….Ο σημερινός χωροφύλακας δεν έχει πλέον μέσα στην πολιτεία την αποστολή που είχε άλλοτε. Δεν ασχολείται πλέον με την περιφρούρισιν της ζωής, της τιμής και της περιουσίας του πολίτου. Δεν βαστα πλεια τουφέκι. Κρατά υπό μάλης μάτσους ενταλμάτων μονάχα και δεν καταδιώκει τους κακοποιούς αλλά όλους τους φορολογούμενους πολίτας γενικώς….»

  Και παρακάτω:

«Μόλις παρουσιασθή ο χωροφύλακας στην πιάτσα οι καφενέδες αδειάζουν στη στιγμή. Όλοι σπεύδουν να κρυφτούν γιατί όλοι οι πολίτες χρωστάνε και όλοι καταδιώκονται με εντάλματα κρατήσεως προσωπικής».

Οι Πολιχνιάτες αντέδρασαν στην ασφυκτική αυτή ατμόσφαιρα που είχε δημιουργηθεί, προχωρώντας μαζικά σε καταγγελίες και μηνύσεις για τη δράση των τοκογλύφων ήδη από τους πρώτους μήνες του 1930. Όμως τον Μάιο του ίδιου έτους άγνωστοι διέρρηξαν το Ειρηνοδικείο Πολιχνίτου και έκλεψαν τις δικογραφίες μαζί με τα αποδεικτικά στοιχεία (γραμμάτια, κλπ.) που περιείχαν.[20] Ο αξέχαστος Χαρίλαος Καράτζανος συμπεριέλαβε το περιστατικό αυτό στο διήγημά του «Γκάκστερ» που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Πολιχνιάτικα Ιστορήματα.[21] Με τα προαναφερθέντα δημοσιεύματα τεκμηριώνεται ότι  η διάρρηξη του Ειρηνοδικείου Πολιχνίτου και η κλοπή των δικογραφιών που περιγράφει ο Καράτζανος ήταν πραγματικό γεγονός.

Παρά τις μεθοδεύσεις, οι τοκογλύφοι του Πολιχνίτου οδηγούνται τελικά ενώπιον του Πλημμελειοδικείου Μυτιλήνης τον Οκτώβριο του 1930, σε μια πολύκροτη δίκη που απασχόλησε εκτενώς τις εφημερίδες της εποχής.

Ο δικηγόρος υπεράσπισης κ. Λαζανάς

 

«Η μεγάλη δίκη επί τοκογλυφία – ολόκληρος ο Πολυχνίτος εις το ακροατήριον»

Η δίκη των τοκογλύφων του Πολιχνίτου ξεκίνησε την Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 1930 και ολοκληρώθηκε το βράδυ του Σαββάτου 18 Οκτωβρίου 1930.

Συνολικά 12 κατηγορούμενοι (οι ΣΚ, ΜΣ, ΓΚ, ΕΚ, ΓΑ, ΠΚ, ΑΠ, ΚΓ, ΝΔ, ΣΕ, ΕΜ, ΕΔ) αντιμετώπισαν το κατηγορώ δεκάδων συγχωριανών τους, οι οποίοι άφησαν επί πενθήμερο τα σπίτια και τις εργασίες τους για να παραβρεθούν και να καταθέσουν στην πολύκροτη δίκη.

Μέσα από τις καταθέσεις τους αναδεικνύεται η απελπιστική κατάσταση στην οποία είχαν περιέλθει οι φτωχοί αγρότες του Πολιχνίτου προς τα τέλη της δεκαετίας του 1920, και το όργιο κερδοσκοπίας που εξελίχθηκε εις βάρος τους. Παρατίθενται παρακάτω εν συντομία ορισμένες ενδεικτικές μαρτυρίες που μας βοηθούν να καταλάβουμε τόσο το μέγεθος του κοινωνικού προβλήματος που είχε δημιουργηθεί αλλά και τα τεχνάσματα των τοκογλύφων, όπως αυτές αποτυπώθηκαν στα δημοσιεύματα της εποχής.[22]

Η ΧΣ (χήρα με 6 ορφανά) δανείσθηκε από τον ΣΚ 3.000 δρχ. και υπέγραψε γραμμάτιο για 4.500. Καθώς στη λήξη δεν είχε να πληρώσει, υπέγραψε νέο γραμμάτιο 11.000 δρχ. και έβαλε ενέχυρο 4 κτήματα. Τελικά για να το αποπληρώσει δανείζεται το ποσό αυτό από το ΜΣ (άλλος τοκογλύφος-κατηγορούμενος), στον οποίο υπογράφει γραμμάτιο 20.000 δρχ.

 

Ο αθωωθείς Πρόεδρος των Βασιλικών κ. Ε. Διαμαντής

 

Ο Π. δανείσθηκε 750 δρχ. και μέσα σε ένα χρόνο πλήρωσε μόνο για τόκους 1.200 δρχ.

Ο Δ. δανείσθηκε από το ΣΚ 9.000 δρχ. και υπέγραψε γραμμάτιο 32.000 δρχ. καθώς πιεζόταν να πουλήσει το κτήμα του.

Ο Α. δανείσθηκε 2.000 δρχ. και εντός 8 μηνών είχε πληρώσει 1.000 δρχ. και είχε χρέος άλλες 4.300 δρχ.

Ο ΣΣ δανείσθηκε 8.000 δρχ. και υπέγραψε γραμμάτιο 12.677 δρχ. πληρωτέο σε 8 μήνες. Καθώς δεν μπόρεσε να το αποπληρώσει ο δανειστής έβγαλε σε δημοπρασία το κτήμα του για 15.000 δρχ.

Ο ΜΚ είχε στην κατοχή του ένα γραμμάτιο 7.350 δρχ. Καθώς χρειάζονταν άμεσα χρήματα ο ΣΚ το εξαγόρασε δίνοντάς του μόλις 4.000 δρχ.

Ο Κ δανείσθηκε 9.750 δρχ. και υπέγραψε γραμμάτιο 15.000 δρχ., πληρωτέο σε 8 μήνες. Για την αποπληρωμή του ζήτησε ολιγοήμερη παράταση, η οποία δεν του δόθηκε και έτσι αναγκάστηκε να πουλήσει το κτήμα του.

Ο ΘΣ καταθέτει ότι οι τοκογλύφοι δάνειζαν με επιτόκιο 25% τους στενούς συγγενείς. Για τους υπόλοιπους το επιτόκιο μπορεί να έφθανε στα 400 και 500%.

Διάφοροι μάρτυρες καταθέτουν ότι ο ΣΚ δάνειζε με επιτόκιο 6,6% το μήνα, όταν το ετήσιο επιτόκιο δανεισμού από την τράπεζα ήταν 13%.

Ο ΓΓ προπώλησε στον ΜΣ 30 λαγήνια λάδι και έλαβε 2.424 δρχ. Δεν είχε παραγωγή και του έδωσε 8 λαγήνια και 2.000 δρχ. που πήρε από άλλο δανειστή. Παρόλα αυτά έχασε την εκμετάλλευση των κτημάτων του για 8 χρόνια.

Ο ΓΚ πήρε από τον ΜΣ 1.020 δρχ. για 12 λαγήνια λάδι που του προπώλησε. Καθώς δεν είχε παραγωγή δεν του τα παρέδωσε και έτσι υπέγραψε γραμμάτιο 2.000 δρχ. Την επόμενη χρονιά του έδωσε 7 λαγήνια λάδι και την μεθεπόμενη άλλα 13. Αν και ο δανειστής πήρε συνολικά 20 λαγήνια λάδι έκανε αγωγή για το χρέος των 2000 δρχ. ενώ ο ΓΚ καταγγέλλει ότι ξυλοκοπήθηκε.

Ο κ. Φωτίου, συνήγορος της Πολιτικής Αγωγής

 

Ο ΓΓ προπώλησε στον ΜΣ 90 λαγήνια λάδι. Με τη συγκομιδή του παρέδωσε 36 λαγήνια λάδι και για το υπόλοιπο χρέος υπέγραψε γραμμάτιο 6.000 δρχ. Τελικά για το χρέος αυτό έχασε το κτήμα του.

Λίγο – πολύ κοινή είναι η υπερασπιστική γραμμή των κατηγορουμένων. Αρνούνται ότι δάνειζαν με υπερβολικό τόκο, και ισχυρίζονται ότι τα γραμμάτια που έχουν στην κατοχή τους αντικατοπτρίζουν τα ποσά που δάνεισαν και τα υλικά που παρέδωσαν στους καταγγέλλοντες.

Πρώτη στη σειρά εκδικάζεται η περίπτωση του τοκογλύφου ΣΚ για τον οποίο υπάρχουν δεκάδες καταγγελίες. Ο ίδιος αρνείται τα πάντα, δεν βρίσκεται όμως ούτε ένας μάρτυρας υπεράσπισης να καταθέσει υπέρ του. Στην απολογία του καταφέρεται ιδιαίτερα κατά του Προέδρου της Κοινότητας Πολιχνίτου και τελειώνει λέγοντας ότι «οι μηνύσεις εναντίον του είναι αγών των κομμουνιστών κατά του κεφαλαίου».[23] Τελικά ο ΣΚ, αν και επί μερικών υποθέσεων αθωώνεται λόγω αμφιβολιών, καταδικάζεται για 15 υποθέσεις συνολικά σε 9,5 χρόνια φυλάκιση, τα οποία τελικά συγχωνεύθηκαν σε 2 χρόνια και επτά μήνες, 21 χιλιάδες δραχμές πρόστιμο, και 300 δραχμές αποζημίωση ψυχικής οδύνης υπέρ καθενός εκ των παθόντων.[24]

Ο ΜΣ αντιμετωπίζει επίσης πληθώρα καταγγελιών, ο ίδιος όμως αρνείται τα πάντα κατηγορώντας τους μηνυτές του ως εκβιαστές και κομμουνιστές,[25] ως μέθυσους, σπάταλους, άσωτους.[26] Τελικά αθωώνεται για 14 υποθέσεις και καταδικάζεται για 3 σε 1 χρόνο φυλάκιση και 15 χιλιάδες δραχμές πρόστιμο. Είχε προλάβει να συμβιβαστεί στους διαδρόμους του δικαστηρίου με τους περισσότερους μηνυτές του, μετά την καταδικαστική απόφαση για τον ΣΚ.[27]

Ως προς τους υπόλοιπους κατηγορούμενους:[28] Οι ΓΚ, ΕΚ, ΠΚ, ΑΠ και ΕΔ αθωώνονται λόγω αμφιβολιών. Οι ΓΑ και ΕΜ,  έχοντας πάρει το μήνυμα των καταδικαστικών αποφάσεων, σπεύδουν να συμβιβαστούν με τους μηνυτές, αρκετοί από τους οποίους αποσύρουν τις μηνύσεις. Ο ΣΕ καταδικάσθηκε σε 8 μήνες φυλάκιση και 15.000 δρχ. πρόστιμο ενώ επιδικάσθηκε 200 δρχ. αποζημίωση για κάθε έναν από τα θύματά του. Η εκδίκαση της υπόθεσης του ΝΔ αναβλήθηκε λόγω απουσίας του μηνυτή. Τέλος, ο ΚΓ καταδικάσθηκε σε φυλάκιση 6 μηνών και πρόστιμο 10.000 δρχ.

Ο δικηγόρος κ. Κορτέσης της Πολιτικής Αγωγής

 

Επιστροφή στην «κανονικότητα»

Το μελάνι των καταδικαστικών αποφάσεων δεν είχε προλάβει να στεγνώσει όταν ξεκίνησε το «ξέπλυμα» των ενόχων. Στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας Νέος Κήρυξ τέσσερις μόλις μέρες μετά τη λήξη της δίκης φιλοξενείται άρθρο, που υπογράφεται από τον «Βετεράνο», με τίτλο:[29] «Νόμος….η τοκογλυφία», όπου αναλύεται το σκεπτικό του αρθρογράφου:

«Η τοκογλυφία είναι παληά, όσο και η ιστορία του ανθρώπου, υπόθεσις…. Ο Αδάμ και  η Εύα, ο Κάιν και ο Αβελ, οι αρχιπατριάρχαι Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ, είνε οι πρώτοι που λάνσαραν την τοκογλυφία….. Ψάξτε τους εαυτούς σας. Και παρουσιάσατέ μου έστω και έναν που να μη θέλη να δώση ένα και να πάρει δέκα…. Είμαστε όλοι τοκογλύφοι. Θέλησις και πόθος γενικώς είναι η τοκογλυφία. Και μια γενική θέλησις και πόθος είναι κατ’ ουσίαν Νόμος. Άρα η καταδίκη δύο – τριών τοκογλύφων υπήρξεν … παράνομος!!!».

Παρά τις καταδικαστικές αποφάσεις για τις πιο κραυγαλέες περιπτώσεις, η κατάσταση στον Πολιχνίτο μάλλον δεν άλλαξε καθόλου. Μόλις δύο εβδομάδες μετά τη δίκη, στο χώρο του σχολείου Πολιχνίτου συγκεντρώθηκαν φτωχοί αγρότες από τον Πολιχνίτο, το Λισβόρι και τα Βασιλικά για να διαμαρτυρηθούν για τις ασκούμενες πιέσεις από επισπεύδοντες δανειστές για κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων. [30] Οι πρόεδροι των 3 Κοινοτήτων (Κωστομοίρης, Χρυσούλης, Διαμαντής) μαζί με «επιτροπή λαού» (Καρδάτος, Κλαδογένης, Βλοντέλλης) υπογράφουν επιστολή διαμαρτυρίας προς τον πρωθυπουργό, και αρμόδιους υπουργούς προκειμένου να ληφθεί μέριμνα ώστε οι προγραμματισμένοι πλειστηριασμοί της 2ας Νοεμβρίου να αναβληθούν μέχρι το Μάϊο του επόμενου έτους, καθώς μεγάλος αριθμός αγροτών αδυνατεί να ανταποκριθεί λόγω θεομηνιών που κατέστρεψαν τη σοδειά και της υποτίμησης της τιμής του λαδιού.

Δεν υπήρχε λοιπόν καμία αμφιβολία για την εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό. Οι φτωχοί χωρικοί του Πολιχνίτου που με δυσκολία και οικονομικές θυσίες μετέβησαν στη Μυτιλήνη για την αρχική εκδίκαση της υπόθεσης, ήταν αδύνατον να παραβρεθούν στο εφετείο της Σύρου. Οι αρχικά καταδικασθέντες αθωώνονται και παραδίδονται καθαροί στην κοινωνία του Πολιχνίτου. Λίγους μήνες αργότερα θα πάρουν και την εκδίκησή τους καθώς θα είναι βασικοί μάρτυρες κατηγορίας για την καταδίκη και εξορία φτωχών αγροτών του Πολιχνίτου ως κομμουνιστές.

Κλείνοντας αυτό το αφιέρωμα στη δυστοπία του Πολιχνίτου των χρόνων εκείνων, παρουσιάζουμε εκτεταμένα αποσπάσματα από το πρωτοσέλιδο άρθρο της εφημερίδας Ταχυδρόμος που δημοσιεύθηκε στις 28/6/1932 (σε κάποια απόσταση δηλαδή από τα γεγονότα ώστε να έχουν καταλαγιάσει κάπως τα πάθη, αλλά ταυτόχρονα αρκετά κοντά ώστε να μην έχει επέλθει η λήθη).[31]  Με τίτλο «Όσοι έχουν συνείδηση ανθρώπου έχουν υποχρέωση να πολεμήσουν» γίνεται απόλυτα κατανοητό το τι έγινε τότε και τι ερχόταν:

«Πριν από 2-3 χρόνια στον Πολιχνίτο, η εκμετάλλευση οργίαζε. Οι χωριάτες ακινητούσαν. Τους έλειπε το χρήμα. Μια καμπάνια στην εφημερίδα, μια αρχή, κι’ η κραυγή του πόνου, της πείνας, και της αγανάχτησης ξέσπασε και σκέπασε τη Μυτιλήνη ολάκαιρη.

Ο συνήγορος Πολιτικής Αγωγής κ. Χ. Αντωνίου

 

Η δικαιοσύνη κινήθηκε. Δικογραφίες σχηματισθήκαν. Πέντε ως δέκα πρόσωπα φέρνονταν ένοχοι. Άξαφνα οι δικογραφίες κλαπήκαν. Ποιος τις έκλεψε; Ποιος; Δεν βρέθηκε. Καινούριες σχηματίσθηκαν, μα τα ντοκουμέντα τα σοβαρά που υπήρχαν στις πρώτες λείπαν. Δύο τρεις εκατοντάδες χωρικοί πουλήσαν τα παπούτσια τους για νάχουν ψωμί, και ξυπόλητοι κατάφεραν να φθάσουν στη Μυτιλήνη. Ήταν οι κατήγοροι, οι μηνυταί. Κάτω απ’ τις καταθέσεις των, κάτω από την τσουχτερή αγόρευση του Εισαγγελέα, οι κατηγορούμενοι τάχασαν. Και ψιθύρισαν την πρώτη και τελευταία, την μοναδική τους δικαιολογία: «Αυτοί όλοι είνε κομμουνιστές!» Το ακροατήριο, οι δικαστές, γέλασαν και καταδίκασαν. Μα ήρτε η Σύρο. Η φτώχεια, η πείνα, ο χρόνος, η απόσταση, και κάτι λίγες οκάδες αλεύρι που μοιράστηκαν επί πιστώσει, 2-3 χαμάληδες που μεταβλήθηκαν σε αξιότιμους μεγαλοχτηματίες, έκαναν το ψέμα αλήθεια. «Είνε κομμουνιστές όλοι αυτοί κ. Πρόεδρε, θέλουν να αρπάξουν την περιουσία μας». Ποιος ξέρει; Ίσως. Η απόσταση είνε τόσο μεγάλη κι’ οι χαμάληδες μεγαλοχτηματίες το βεβαιώνουν. Οι μηνυταί γίνονται «άρπαγες», οι κατηγορούμενοι «θύματα».

Ύστερα; Το όπλο, το τρομερό, το ακαταμάχητο, βρέθηκε. Ο μπαμπούλας του κομμουνισμού. Το πιο εύκολο πράγμα να γίνει κανείς «στυλοβάτης». Περιβάλλεται το μανδύα του «εθνικιστή» και το ράσο του «θρήσκου». Ασπίδες μια φορά! Ποιος μπορεί να αντιμιλήσει; Ποιος τολμά να διαμαρτυρηθεί; Με μια ψεύτικη σημαία κι’ ένα ψεύτικο σταυρό εξορκίζεται κάθε ίχνος λευτεριάς, πνίγεται και η πιο δίκαιη κραυγή πόνου. Τρομοκρατία στους χωρικούς, τρομοκρατία στους διανοούμενους, τρομοκρατία και στις αρχές ακόμα.

….Κάθε ψίθυρος διαμαρτυρίας είνε κραυγή επαναστατική και κάθε πρόσωπο που ήρτε κάποτε σ’ αντίθεση προσωπική μαζί τους είνε επικίνδυνος αναρχικός, ωπλισμένος με μπόμπες. Κι αν όλα αυτά δεν αρκούν προστίθεται και λίγη Αρχηγία. Τι κοστίζει; Ένα ανώνυμο γράμμα λίγο χαρτί και λίγο μελάνι…. Η συκοφαντία οργιάζει, η διαβολή είνε πράγμα συνειθισμένο, η ψευδορκία και ο χαφιεδισμός γενήκαν επαγγέλματα, τα Δημόσια γραφεία γεμίσαν ανώνυμα γράμματα…

Λοιπόν; Όλοι όσοι δεν ανέχονται την κατάσταση αυτή της ψευδορκίας και του χαφιεδισμού, της διαβολής και της ανωνυμογραφίας, είτε διανοούμενοι είναι είτε χωριάτες, είτε ανήκουν σε κάποια «Ένωση» είτε δεν ανήκουν, είτε αρχές είναι είτε πολίτες, όλοι όσοι έχουν αξίωση να λέγονται άνθρωποι, έχουν υποχρέωση να πολεμήσουν την κατάσταση αυτή της ποικιλόμορφης ανηθικότητας….[3]Ακόμη και σε καλές περιόδους όπου εξασφαλίζουν ικανοποιητικό εισόδημα, σπάνια διατηρούν ρευστότητα αλλά φροντίζουν να αγοράζουν γη ή κάποια ακίνητα, τα οποία θα θα διαθέσουν αργότερα για την προίκα των παιδιών τους.

Ο μάρτυς κ. Σάκης, ιατρός

[1]Κλήμη Α. 1937. Οι συνεταιρισμοί εις την Λέσβον, Αθήναι

[2] Κλήμη 1937. ό. π.

[3]Ακόμη και σε περιόδους όπου εξασφαλίζουν ικανοποιητικό εισόδημα, σπάνια διατηρούν ρευστότητα, αλλά φροντίζουν να αγοράσουν γη ή κάποιο ακίνητο, τα οποία θα διαθέσουν αργότερα για την προίκα των παιδιών τους

[4] Εφημ. Νέος Κήρυξ, 27/10/1930

[5] Εφημ. Ελεύθερος Λόγος, σειρά δημοσιευμάτων στις 22, 23, 24, 25, 26 και 27/7/1930

[6] Ευαγγέλου Β., 1933. Η Μυτιλήνη από γεωργοοικονομική άποψη. Φοίνιξ, Μυτιλήνη.

[7] Εφημ. Ταχυδρόμος 12/11/1931

[8]Εφημ.Ταχυδρόμος 12/11/1931

[9] Εφημ. Ελεύθερος Λόγος 16, 17, 18, 19 και 21/10/1930, και Νέος Κήρυξ 15, 16, 17, 18 και 20/10/1930.

[10] Εφημ. Ελεύθερος Λόγος 16, 18 και 19/3/1932, Ταχυδρόμος 13/3/1932

[11] Εφημ. Ελεύθερος Λόγος 16, 18 και 19/3/1932, Ταχυδρόμος 13/3/1932

[12] Εφημ. Ελεύθερος Λόγος 1/3/1929

[13] Εφημ. Ελεύθερος Λόγος 16/7/1929

[14] Εφημ. Ελεύθερος Λόγος 24/7/1929

[15] Ένα αγροτικό μεροκάματο την περίοδο εκείνη ανέρχονταν σε περίπου 40 δρχ.

[16] Εφημ. Ελεύθερος Λόγος 26/9/1929, 1/10/1929, 3/10/1929

[17] Εφημ. Ελεύθερος Λόγος 10/7/1939

[18] Εφημ. Νέος Κήρυξ 10/7/1930, 15/7/1930.

[19] Εφημ. Ελεύθερος Λόγος 24/7/1930

[20] Εφημ. Ταχυδρόμος 1/1/1931 και 28/6/1931

[21] Καράτζανος Χ. (Λάμπου Τραπυριανού), 1984. Πολιχνιάτικα Ιστορήματα. Μυτιλήνη.

[22] Εφημ. Ελεύθερος Λόγος 16, 17. 18, 19 και 20/10/1930, και Νέος Κήρυξ 15, 16, 17, 18 και 20/10/1930

[23] Εφημ. Νέος Κήρυξ 16/10/1930

[24] Εφημ. Νέος Κήρυξ 16/10/1930, 17/10/1930

[25 Εφημ. Ελεύθερος Λόγος 19/10/1930

[26] Εφημ. Νέος Κήρυξ 17/10/1930

[27] Εφημ. Νέος Κήρυξ 20/10/1930

[28] Εφημ. Νέος Κήρυξ 18 και 20/10/1930, Ελεύθερος Λόγος 19 και 21/10/1930

[29] Εφημ. Νέος Κήρυξ 23/10/1930

[30] Εφημ. Ελεύθερος Λόγος 29/20/1930

[31] Εφημ.Ταχυδρόμος 28/6/1932

 

 

 

Διαβάστε επίσης

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΕΚΘΕΣΗ

Διάβασμα για λουομένους στη Νυφίδα!

Το μαύρο πανώ της Βρίσας

Πολιχνίτος: Ένα χωριό-ανοιχτό μουσείο στα νοτιοδυτικά της Λέσβου

Μετάβαση στο περιεχόμενο